ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΑΛΛΑ 40 ΧΡΟΝΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΦΩΣ ΛΕΕΙ Ο ΕΚΦΩΝΗΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

Να μπει ο πολιτισμός στην πολιτική και να  απελευθερωθούμε από την κατοχή που έχουμε!

 Των ΓΙΑΝ. ΜΠΟΖΙΚΑ – Κ. ΜΑΛΑΤΟΥ

 

clip_image002 «Στα παιδιά λέω ότι το Πολυτεχνείο είναι ένας σταθμός ανεφοδιασμού για να πατήσετε πάνω»

 

ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ και εκφωνητή του Πολυτεχνείου είχα την τιμή να τον γνωρίσω στην σχολή Δημοσιογραφίας την δεκαετία του 90, που ήταν στο κέντρο της Αθήνας και συνήθως μαζευόταν η παρέα κοντά στην περιοχή Εξαρχείων. 

42  χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ο συγγραφέας Δημήτρης Παραχρήστος, που έχει καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως ο εκφωνητής του Πολυτεχνείου, μας μιλούσε για το τώρα και το αύριο, έχοντας ως αφετηρία «τη ζώσα μνήμη της εξέγερσης», η οποία, όπως υποστηρίζει, αποτελεί ένας διαρκές σταθερό βήμα στο οποίο μπορεί να εξελιχθεί η κοινωνία. Σε μια σπάνια συνέντευξή του πριν λίγα χρόνια μας είχε δηλώσει πολλά ενδιαφέροντα. Ο πρώτος Συλλογικός ραδιοσταθμός Α100FM που τότε αναμετέδιδε το Πολυτεχνείο, υπάρχει και σήμερα στο διαδίκτυο, την δεκαετία του 90 ήμασταν στην πρωινή ζώνη του σταθμού που πέρασαν μεγάλες μορφές της τέχνης, του πολτιτισμού Δείτε την συνέντευξη που μας είχε δώσει…

  • Επισκέπτεστε συχνά σχολεία. Νομίζετε ότι το ιστορικό-πολιτικό νόημα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου έχει αποκτήσει άλλη δυναμική για τους μαθητές και τους νέους ανθρώπους, που ζουν σε πρωτόγνωρες συνθήκες κρίσης;

«Το Πολυτεχνείο είναι και αφορμή και αιτία, καθώς λειτουργεί και σαν ιστορικό αλλά και σαν συμβολικό γεγονός. Από τη στιγμή λοιπόν που είμαστε στο σήμερα, 40 χρόνια μετά, τα πράγματα έχουν αλλάξει, αλλά δυστυχώς παραμένουν ίδια. Αυτό σημαίνει ότι οι κουβέντες που γίνονται με τα παιδιά σχετίζονται βεβαίως με τη συμβολικότητα αλλά και το πώς τα ίδια βιώνουν το Πολυτεχνείο.  Το φέρνουν στη δική τους προβληματική και πολλές φορές μού λένε ότι κι εμείς θα ήμασταν εκεί ή και τώρα θα είμαστε εκεί. Γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν και θέλουν να ζήσουν με το εξεγερσιακό πνεύμα του Πολυτεχνείου και της ελευθερίας. Και όταν συζητάμε για την Παιδεία, έχουν επίγνωση ότι τόσα χρόνια, τόσες μεταρρυθμίσεις, δεν έχουν αλλάξει τίποτα.

Βλέπουν μία Παιδεία που εμπορευματοποιείται, ιδιωτικοποιείται. Μια Παιδεία στείρας γνώσης που παράγει ειδικευμένους ηλίθιους, όπως τους αποκαλώ εγώ, καθώς εκλείπει η ανθρωπιστική της διάσταση. Κατανοούν μέσα από τη συζήτηση ότι η Παιδεία δεν είναι μόνο για να μαθαίνουν γράμματα, αλλά και για να γίνουν πολίτες της κοινωνίας Από την άλλη πλευρά, συζητάμε για το δικαίωμα στη δουλειά, το φόβο και την αγωνία, πως ό,τι κι αν σπουδάσουν, όπως λένε, δεν θα βρουν δουλειά».

  • Αρα μπαίνουμε και στο ψωμί…

«Το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία», γι’ αυτά είναι σήμερα το ίδιο επίκαιρο και είναι το ζητούμενο. Οταν στις διαδηλώσεις τους φωνάζουν «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, το Πολυτεχνείο δεν τελείωσε το ’73», είναι κάτι που το αισθάνονται, το πιστεύουν. Κι όταν μπαίνουμε στο θέμα της ελευθερίας, τότε γίνεται μια άλλη συζήτηση: πως αυτή η ελευθερία είναι ψευδεπίγραφη.

 «Υπάρχουν λαμπρά κύτταρα δημοκρατίας σε όλη την Ελλάδα, κύτταρα ενεργών πολιτών που δημιουργήθηκαν μέσα στην κρίση»

 

Και πάνω σ’ αυτόν τον προβληματισμό που γεννιέται, μπαίνουμε στην οικονομική και πολιτική κρίση: πως μία κοινωνία πλέον έφτασε στο σημείο να απαξιώσει την πολιτική και τα κόμματα. Πως υπάρχει διάχυτη απογοήτευση, πως έχει υπερισχύσει ανασφάλεια και φόβος για την επιβίωση. Κι εγώ τους λέω ότι η μεγαλύτερη τυραννία και δικτατορία είναι ο αγώνας για την επιβίωση. Αυτή η ανάγκη όμως, πέρα από προσωπική, θα πρέπει να γίνει και κοινωνική αναγκαιότητα και να βγούμε στο δρόμο. Διότι δεν θα χαριστούν πράγματα αν δεν υπάρχει αγώνας. Αρα δεν μετράει η απογοήτευση. Οποιος αγωνίζεται, δεν έχει καιρό να απογοητευτεί. Στα παιδιά λέω ότι το Πολυτεχνείο είναι ένας σταθμός ανεφοδιασμού για να πατήσετε πάνω. Να πάρετε εφόδια να συνεχίσετε. Η μνήμη είναι γνώση και δύναμη. Είναι ένα όπλο να αντισταθούμε στη φθορά του χρόνου, σε κάθε μορφή εξουσίας».

  • Τι  συνέβη ιστορικά τελικά;

«Αν το δούμε ιστορικά, εμείς νικήσαμε. Γι’ αυτούς ήταν η πιο μελανή ιστορία. Για εμάς είναι η πιο όμορφη, η πιο ένδοξη, η πιο περήφανη.

Από την άλλη πλευρά, αυτό για το οποίο σκοτωνόμασταν μετά τη μεταπολίτευση, για το αν δικαιώθηκε ή όχι το Πολυτεχνείο, εμείς αυτό που θέλαμε ήταν όχι μόνο να πέσει η χούντα, αλλά και το σύστημα που φτιάχνει χούντες. Και γι’ αυτό πήγαμε κόντρα απέναντι σε πολλά μέτωπα: πρώτα στους ίδιους μας τους εαυτούς, τους οποίους υπερβήκαμε. Στην Αριστερά που ανήκαμε. Σε ό,τι δηλαδή εθεωρείτο για μας γραμματική της πολιτικής τότε. Σπάσαμε και τη γραμματική. Επειτα, στο παιχνίδι που πήγε να κάνει η χούντα.

Με τον τρόπο που έπεσε, δόθηκε η δυνατότητα στους πολιτικούς που την είχαν εκθρέψει να κάνουν την εθνική κυβέρνηση. Με την υποτιθέμενη όμως εξομάλυνση του συστήματος με τη χούντα από πίσω και τους πολιτικούς μπροστά ως μαριονέτες, διαμορφώθηκε μία ισοπεδωτική μεταπολίτευση, η οποία απείχε πολύ από αυτό που ονειρεύτηκαν οι εξεγερμένοι, όλοι εμείς, που στο μεταξύ σκοτωνόμασταν για την αποχουντοποίηση. Εγκλωβισμένοι σε τέτοια διλήμματα, δεν διεκδικήσαμε όπως θα έπρεπε την πολιτική συνέχεια της εξέγερσης».

  • Εξέγερση την οποία ποιες πολιτικές συνθήκες τη δημιούργησαν;

«Δεν θέλαμε αίμα. Θέλαμε ελευθερία. Κλειδώσαμε το χημείο, από όπου θα μπορούσαν να φύγουν βόμβες. Γι’ αυτό λέγαμε από το ραδιόφωνο ότι ήμασταν άοπλοι. Το μόνο όπλο που είχαμε ήταν η πίστη μας στην ελευθερία μας, σ’ αυτό που κάνουμε. Η δύναμή μας έβγαινε από την πίστη και από το όνειρο για τον κόσμο που θέλαμε να φτιάξουμε. Ημασταν όλοι μαζί και νικήσαμε το φόβο μας. Το φόβο που στρώνει το δρόμο για το φασισμό και τον εκφασισμό της κοινωνίας. Αν δείτε τα συνθήματα, ήταν και ευφάνταστα και καίρια».

  • Ωστόσο η ενωτική αυτή δύναμη δεν σήμαινε και πάνδημη εξέγερση;

«Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Ημασταν μία οικτρή μειοψηφία, που ξέπλυνε την ντροπή των γονιών μας και της χώρας. Ηταν πέντε χιλιάδες φοιτητές, όταν η Αθήνα είχε 70 χιλιάδες. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν εναντίον μας. Μας είχαν και στην αγκαλιά τους. Με την έννοια ότι πολλοί παραμέρισαν την ανασφάλεια και το φόβο και ήρθαν στη σχολή. Και ο κόσμος. Στην αρχή ήταν πέντε χιλιάδες, δέκα, και όλο αυξάνονταν. Αυτός ο κόσμος ήταν η ασπίδα μας. Αυτοί άνοιξαν τις πόρτες τους και μας έκρυψαν. Γιατί οι περισσότεροι νεκροί ήταν έξω από το Πολυτεχνείο. Αρα το σύνθημα «συμπαράσταση λαέ» το βρήκαμε. Εμείς ήμασταν η σπίθα για να ανάψει η φωτιά».

  • Σήμερα διατυπώνονται «απόψεις» που δεν έχουν ξανακουστεί από την πτώση της χούντας όπως: οι εκλογές βλάπτουν, η αντιπολίτευση είναι παράνομη, ο συνδικαλισμός εμποδίζει την ανάπτυξη, οι κοινωνικοί αγώνες είναι τρομοκρατία. Πώς θα δημιουργηθούν οι συνθήκες για να ανάψει μια νέα σπίθα που θα υπερασπιστεί τα δημοκρατικά κεκτημένα;

«Υπάρχουν λαμπρά κύτταρα δημοκρατίας σε όλη την Ελλάδα, κύτταρα ενεργών πολιτών που δημιουργήθηκαν μέσα στην κρίση. Στις δικές τους φριχτές επιλογές, πρέπει να προετοιμάσουμε και να υπερασπιστούμε αυτά τα κύτταρα δημοκρατίας και ελευθερίας. Χρειάζεται ένα κίνημα εθνικό, ταξικό, πατριωτικό, απελευθερωτικό. Και λέω και απελευθερωτικό, γιατί πρέπει να απελευθερωθούμε από την κατοχή που έχουμε, από τη νέα χούντα, η οποία δεν είναι μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Η κρίση αντιμετωπίζεται από αυτούς και με περιστολές κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων.  Γι’ αυτούς θεός είναι το χρήμα και το κέρδος. Για εμάς, ο θεός είναι η ψυχή και ο άνθρωπος. Οι αρχαίοι έλεγαν ότι ο άνθρωπος είναι θνητός θεός και ο θεός αθάνατος άνθρωπος. Για να γίνουμε έτσι, πρέπει να αποκτήσουμε συνείδηση, να υπάρξει μια αφύπνιση.

Χρειάζεται λοιπόν νέος Διαφωτισμός, να μη μείνουμε στο 1770. Γιατί πέραν όλων των άλλων, ο καπιταλισμός παίζει και με τον πολιτισμό, καθώς παράγει έναν πολιτισμό βαρβαρότητας. Αλώνει έθνη, λαούς, κράτη. Ο κόσμος ντύνεται, τρώει, συμπεριφέρεται βάσει των μοντέλων και των προϊόντων που -ακόμη κι αν δεν τα έχεις ανάγκη- τον πείθουν να τα καταναλώσει. Αυτό το μοντέλο πρέπει να αλλάξει. Να μπει ο πολιτισμός στην πολιτική, στην κοινωνία. Ομόρριζα είναι, δεν ξεχωρίζουν.

Διανοούμενοι δεν είναι μόνο οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς. Είναι ο καθένας που υπάρχει από κάτω και σκέπτεται. Αρα πρέπει όλοι να ξανασκεφθούμε πάνω σε ένα κίνημα εξανθρωπισμού των κοινωνιών. Να φύγουμε από τη βαρβαρότητα…».

  • Μιλάτε για μια μαζική κοινωνική αφύπνιση. Σήμερα πόσο γόνιμες είναι οι συνθήκες για κάτι τέτοιο;

«Δεν έχω ψευδαισθήσεις. Τα βήματα γίνονται σιγά σιγά στον ιστορικό χρόνο. Ωστόσο μπορούμε να προετοιμάσουμε το έδαφος. Η σύγκρουση δεν μπορεί να αποφευχθεί. Αλλά και δεν θα χαριστούνε πράγματα. Πρέπει να γίνει αγώνας.

Σήμερα υπάρχουν δύο πόλοι. Αυτοί, οι έχοντες και οι κατέχοντες, και εμείς, οι οποίοι θα πρέπει να υπερασπιστούμε πλέον το παιδί μας, τον εαυτό μας, την πατρίδα μας. Να ένα λάθος που κάνει η Αριστερά, όταν ακούει τη λέξη πατρίδα. Στο όνομα ενός ψευτοδιεθνισμού, μαζεύεται λίγο. Ξέρετε ότι στην αρχή μου έλεγαν ότι ο Παπαχρήστος εθνικίζει, επειδή είπα τον εθνικό ύμνο; Εγώ, που η μόνη πατρίδα που έχω είναι η κοιλιά της μάνας μου. Από την άλλη πλευρά όμως, χωρίς να πατήσεις στον τόπο σου και την πατρίδα σου δεν μπορεί να είσαι οικουμενικός και παγκόσμιος πολίτης.

Κάπου έχουμε μπερδευτεί. Και σ’ αυτό ευθύνονται, πρώτον, όλοι εκείνοι που βάζουν το χεράκι τους να στρογγυλέψουν την Ιστορία. Και, δεύτερον, οι διανοούμενοι που στην πλειονότητά τους νομίζουν ότι έκαναν το χρέος τους απέναντι στην κοινωνία γράφοντας κι ένα βιβλίο επαναστατικό. Οταν είσαι διανοούμενος και σκέπτεσαι για το σύνολο της κοινωνίας, είσαι ψυχή τε και σώματι και πνεύματι ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας. Ειδάλλως θα γίνεις δεκανίκι, θα ψάξεις να δεις αν πούλησε το βιβλιαράκι σου, αν βγήκες στην τηλεόραση, κι αν σε έγραψαν στις εφημερίδες. Δεν έχουν μάθει σε έναν ακτιβισμό, σε μία συμμετοχή. Ομως δεν είναι έτσι τα πράγματα.

Τώρα χτυπάει η καμπάνα. Δεν είναι καμπανάκι. Και θα χτυπήσει για όλους. Και δεν πρέπει να είναι πένθιμη. Καλύτερα θα είναι να είναι επαναστατική, εξεγερτική».

  • Ποια είναι η αναλογία, η αναγωγή του πολιτικού νοήματος του Πολυτεχνείου με το σήμερα;

«Το Πολυτεχνείο όμως είναι ζώσα μνήμη. Εμείς τότε, ως εξεγερμένοι, αποδείξαμε ότι η δημοκρατία μπορεί να είναι υπόθεση δική μας και όλων και πως δεν μπορεί να είναι κουτσουρεμένη και στα μέτρα τους. Και εδώ ακριβώς μπαίνει η ιστορική αναλογία με το σήμερα, που έχουμε μία καλυμμένη δικτατορία, δημοκρατικού τύπου. Κάποτε φοβούνταν τον κομμουνισμό γιατί θα τους έπαιρνε το σπίτια. Τώρα τι έχουμε, κρατικό κομμουνισμό, καπιταλιστικό κομμουνισμό, που θα μας τα πάρουν;

Αρα το Πολυτεχνείο σήμερα δεν είναι μόνο ένα σύμβολο, μία πραγματικότητα ιστορική. Είναι και μία δυνατότητα, ένα βήμα για να πατήσουμε πάνω και να κάνουμε το επόμενο. Αλλά δεν χωράει στην Πατησίων αυτό που λέω, θα πρέπει να γίνει όλη η Ελλάδα. Και δεν έχω ψευδαισθήσεις. Αυτά κατακτώνται σιγά σιγά στον ιστορικό χρόνο. Δυστυχώς έχουν περάσει 40 χρόνια, κι εγώ μεγάλωσα λίγο. Θα περιμένουμε όμως άλλα 40 χρόνια για να δούμε φως;».

 

 

60 Συνολικές προβολές, 1 Σήμερα

Leave a Reply